Πηγή: Το Ποντίκι
Στις 29 Δεκεμβρίου του 2011 έκανα την τέταρτη αίτηση για τακτική άδεια. Η πρώτη απορρίφθηκε με ψήφους 2 προς 1 εναντίον μου και στις άλλες δύο, παρ’ ότι είχα 2 προς 1 υπέρ μου, η αίτηση απορρίφθηκε μετά από προσφυγή της μειοψηφούσης εισαγγελέως στο Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Πειραιά, που έγινε αποδεκτή κατά τα προβλεπόμενα από το νόμο Δένδια. Παρά τις αλλεπάλληλες διαμαρτυρίες μου για την υπερβολική καθυστέρηση, το Συμβούλιο συνήλθε μόλις 3 μήνες και 1 εβδομάδα μετά, στις 7 Απριλίου 2012. Κι ενώ θα έπρεπε λογικά το αποτέλεσμα να είναι καλύτερο για μένα, αφού δεν είχε προκύψει τίποτε καινούργιο σε βάρος μου, αυτό έγινε χειρότερο, δηλαδή 2 ψήφοι προς 1 εναντίον μου! Όπως το αποτέλεσμα της πρώτης αίτησης δύο χρόνια πριν.
Πώς έγινε αυτός ο άθλος; Αλλάζοντας το διευθυντή της φυλακής, ενάμιση μήνα πριν από τις εκλογές. Κι ενώ πιθανότατα θα ξανααντικατασταθεί μετά απ’ αυτές, με τη νέα διευθύντρια η οποία ανερυθρίαστα ψήφισε εναντίον μου επειδή, όπως είπε, «δεν με ξέρει». Φανταστείτε ένα δικαστήριο, όπου αντικαθίσταται ένας δικαστής για κάποιο λόγο, κι ο νέος ψηφίζει κατά του δικαζόμενου επειδή δεν γνωρίζει τη δικογραφία. Είναι αυτό λογικό, δίκαιο, νόμιμο; Δεν θα ’ταν σωστότερο να μετείχε ο προηγούμενος διευθυντής που γνώριζε το ζήτημα, αφού μάλιστα εργάζεται και σήμερα στη φυλακή;
Ο διευθυντής όμως μετέχει στο Συμβούλιο ως θεσμός και όχι ως άτομο. Δεν γνωρίζει προσωπικά τον κρατούμενο παρά μόνο μέσω των πληροφοριών που συλλέγει απ’ τους φύλακες που τον συναναστρέφονται καθημερινά, επί μακρύ χρονικό διάστημα. Οι οποίοι είναι οι μόνοι που τον γνωρίζουν πραγματικά μέσα στη φυλακή. Με βάση λοιπόν αυτές τις πληροφορίες αποφασίζει ο διευθυντής για την ψήφο του κι αυτή δεν μπορεί να μεταβληθεί επειδή αλλάζει ο διευθυντής, παρά μόνο αν έχουν αλλάξει οι πληροφορίες των φυλακών, πράγμα που δεν υπήρξε. Γι’ αυτό είπα στη διευθύντρια: «Πάρτε τη λίστα όλων όσοι υπηρέτησαν ως φύλακες στην πτέρυγά μας, σ’ όλα αυτά τα χρόνια. Αν υπάρχει έστω και ένας που θα σας πει αιτιολογημένα ότι δεν πρέπει να πάρω άδεια, εγώ δεν θα ξανακάνω αίτηση».
Η μεθόδευση αυτή, της αλλαγής του διευθυντή, όπως και το «Συμβούλιο», αποτελούν άγαρμπη απάτη και το καταγγέλλω. Κι όταν δεν διστάζουν να την επι- χειρήσουν σε μένα, που ξέρω τρία πράγματα, ο καθένας μπορεί να φανταστεί τι τραβάνε οι ποινικοί στα Συμβούλια. Τι αντικείμενο εμπαιγμού γίνονται για να απορριφθεί η αίτησή τους για άδεια. Θα αναφέρω μερικές απ’ τις ερωτήσεις που μου έγιναν, για ν’ αντιληφθεί ο καθένας το θέατρο που παίζεται εκεί. Η εισαγγελέας κυρία Σπυροπούλου Μαρία, νομίζοντας ότι θα με τάπωνε, μου ζήτησε τη γνώμη μου για την απόφαση του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Πειραιά που απέρριψε την προηγούμενη αίτησή μου. Της απαντάω ότι είναι πανομοιότυπη με αυτήν για τον Εφραίμ. Και οι δύο, έχουμε «ροπή προς το έγκλημα και είμαστε ύποπτοι τέλεσης νέου εγκλήματος και φυγής».
«Το ίδιο κλισέ για όλους»
Το ίδιο στερεότυπο κλισέ χρησιμοποιείται στα τυφλά για όλους. Και ανάλογα με τη συγκυρία και τη σκοπιμότητα μετατρέπεται στο αντίθετό του. Τρεις μήνες μετά, ο Εφραίμ δεν έχει πια «ροπή προς το έγκλημα» κι αποφυλακίζεται. Μου απεύθυνε τη μομφή ότι είμαι εριστικός προς τους εισαγγελείς με όσα έγραψα πρόσφατα σε σχέση με χρήση ναρκωτικών από κρατούμενους. Της απαντάω ότι όσα έγραψα δεν τα ’βγαλα απ’ το κεφάλι μου. Ρώτησα έναν φύλακα: «Πώς θα αντιδράσει ένας ποινικός που περιμένει άδεια και του την απορρίψουν με το νόμο Δένδια, δηλαδή με ψήφους 2 προς 1 υπέρ του;». Και απάντησε χωρίς δισταγμό: «Αν δεν κάνει απόπειρα αυ- τοκτονίας, θα πάρει πρέζα και χάπια». Αυτό επανέλαβα.
Με ρωτάει: «Ήξερες τον Γιωτόπουλο; Ήξερες τον Κωστάρη; Ξέρεις αν αυτός πυροβόλησε τον Μπακογιάννη; Συμμετείχες σε ληστείες;». Της απαντάω: «Ήρθα εδώ για την άδεια ή για να με ανακρίνεις και να με ξαναδικάσεις;». «Τι έχεις να πεις για όσα μου είπαν εναντίον σου οι συγκατηγορούμενοί σου Τέλιος και Τσελέντης;». «Αφ’ ενός δεν είπαν όσα λέτε εσείς στο δικαστήριο, κι όσα είπαν διαψεύστηκαν απ’ τους μάρτυρες. Αφ’ ετέρου είναι ψέματα για να αποφύγουν τη βαριά ποινή και να αποφυλακιστούν, όπως και έγινε, και για να καταδικαστώ εγώ. Γνωρίζετε καλά ότι αν ίσχυε το ‘‘ένοχος ένοχο ου ποιεί’’ και το 211Α δεν θα ’χα καταδικαστεί, ούτε κι ο Γιωτόπουλος». «Ποια είναι η γνώμη σου για την πολιτική κατάσταση;». «Είμαι με το λαό. Με το Μνημόνιο γίναμε αποικία και πρέπει να ψηφίσουμε αντιμνημονιακά. Οι φύλακες αγανακτισμένοι από τις περικοπές και τα χαράτσια με ρωτάνε τι να ψηφίσουν. Τους λέω: ‘‘Όποιος είναι δεξιός ας ψηφίσει Καμμένο, όποιος είναι ΠΑΣΟΚ ας ψηφίσει Κατσέλη κι οι αριστεροί αντιμνημονιακό αριστερό κόμμα’’. Αν η Αριστερά ήταν ενωμένη θα έπαιρνε πάνω από 40% και θα ήταν πρώτο κόμμα».
«Φυλακή σε πλήρη διάλυση»
Η νέα διευθύντρια παίρνει τη σκυτάλη λέγοντάς μου: «Να κάνεις αίτηση για να έρθω να συζητήσω μαζί σου και να σε γνωρίσω». Της απαντάω: «Με δουλεύεις; Με μια συζήτηση της μισής ώρας θα με γνωρίσεις; Και πού ξέρεις αν δεν σου λέω ψέματα; Οι μόνοι που μας γνωρίζουν είναι οι φύλακες. Δεν έχεις παρά να τους ρωτήσεις». «Θέλω να γνωρίσω τους συγγενείς σου». Το έχει κάνει επανειλημμένα η αρμόδια υπάλληλος που είναι η Κοινωνική Λειτουργός και το θέμα έχει λήξει. Να προσθέσω εδώ ότι και στο Συμβούλιο του Νοεμβρίου για τον Γιωτόπουλο η ίδια εισαγγελέας του είπε το εξής αμίμητο: «Κι εσύ δεν κάνεις τίποτε, επιμένεις να μην ομολογείς!» Η εικόνα του «Συμβουλίου» είναι εύγλωττη και δεν χρειάζονται σχόλια.
Η φυλακή Κορυδαλλού βρίσκεται σε πλήρη διάλυση. Έχει τελείως αποσαθρωθεί. Τόσο ο Σωφρονιστικός Κώδικας όσο και ο εσωτερικός κανονισμός και η νομιμότητα καταπατούνται βάναυσα. Οι όποιες αποφάσεις παίρνονται τυχαία, από τον οποιονδήποτε ανευθυνοϋπεύθυνο, και είναι αλλοπρόσαλλες. Δεν υπάρχει ούτε διεύθυνση, ούτε εισαγγελέας, ούτε εποπτεία του υπουργείου, παρά μόνο εικονικές. Η εισαγγελέας, κλεισμένη στο γραφείο της, δεν έχει ιδέα τι γίνεται στη φυλακή και εκτός από το να κόβει άδειες είναι απασχολημένη με το γιγαντιαίο έργο της τιμωρίας των φυλάκων... που δεν φοράνε τη στολή τους. Η στοιχειώδης λειτουργία της φυλακής γίνεται από τις δυνάμεις αδράνειας και τον μικρό αριθμό ευσυνείδητων φυλάκων και υπαλλήλων και την αυτοθυσία τους. Όσοι μάλιστα απ’ αυτούς αποκαλύπτουν κάποια ποσότητα ναρκωτικών ουσιών αντί να επιβραβεύονται αντιμετωπίζονται από τις αρχές και τους δικαστές με καχυποψία και απειλούνται με παραπομπή.
Ο Κορυδαλλός έχει βουλιάξει στα ναρκωτικά σε σημείο που να είναι σήμερα κέντρο εξάρτησης. Όσοι μπαίνουν και δεν ήταν χρήστες εθίζονται εδώ και γίνονται χρήστες. Όχι μόνο δεν γίνεται τίποτε για την καταπολέμηση της διακίνησης και της χρήσης, αλλά αντίθετα η γενικευμένη χρήση βολεύει, αφού μέσω αυτής επιτυγχάνεται η διατήρηση της ειρήνης μέσα στη φυλακή. Τα ναρκωτικά έχουν γίνει εργαλείο διοίκησης της φυλακής.
Αυτό το κενό εξουσίας, νομιμότητας, κρατικής εποπτείας έχει μετατρέψει τις φυλακές Κορυδαλλού σε ένα ιδιότυπο Γκουαντανάμο με την έννοια ότι δεν υπάγεται στους νόμους και το υπουργείο Δικαιοσύνης, αλλά στην πλήρη κι εγκληματική ασυδοσία των Μυστικών Υπηρεσιών ντόπιων και ξένων, που έχουν το πάνω χέρι και κάνουν ό,τι τους καπνίσει εδώ μέσα.
Δέκα ημέρες πριν συνέλθει το Συμβούλιο, κάποιος φύλακας, τον οποίο κατά μυστηριώδη τρόπο φοβούνται οι άλλοι, αφού δεν είναι ιεραρχικά ανώτερός τους, με πλησίασε δήθεν εμπιστευτικά και μου είπε τα εξής: «Όλοι ξέρουν ότι η δίκη σας ήταν στημένη. Οι μόνοι που αγωνίζεστε γι’ αυτό είστε εσύ κι ο Γιωτόπουλος. Φοβούνται μην κάνεις αποκαλύψεις γι’ αυτό δεν σου δίνουν άδεια. Αν το κάνεις, θα σε καθαρίσουν. Πρόσεξε γιατί είναι αδίστακτοι. Και θα δικαιολογηθούν ότι είσαι τρομοκράτης».
Κορυδαλλός, 8 Απριλίου 2012
Βασίλης Τζωρτζάτος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου